- αβδηριτίζω
- 1. μοιάζω με τους Αβδηρίτες, συμπεριφέρομαι όπως αυτοί2. σκέπτομαι, φέρομαι ή ενεργώ σαν ανόητος.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αβδηριτίζω — δείχνομαι ανόητος σαν τους Αβδηρίτες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αβδηριτισμός — To να σκέφτεται ή να ενεργεί κάποιος σαν τους Αβδηρίτες. Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν αβδηρίτες τους άκριτους, τους ματαιόδοξους. Η λέξη προερχόταν από τους κατοίκους των Αβδήρων, τους οποίους οι Έλληνες των άλλων περιοχών θεωρούσαν κενόδοξους και … Dictionary of Greek